Ε

εγγαστρίμυθος: πρόκειται για αρχαία λέξη, που προέρχεται από τη φράση εν γαστρί μύθος (= λόγος μέσα στην κοιλιά), η οποία αποτελείται από τις αρχαίες λέξεις εν, τη δοτική γαστρί της λέξης η γαστήρ (= κοιλιά) και μύθος (= λόγος). Η ονομασία αυτή προήλθε από την άποψη που επικρατούσε παλαιότερα ότι η ομιλία του εγγαστρίμυθου προερχόταν από την κοιλιά.
Εγκέλαδος: πρόκειται για αρχαίο όνομα, που σήμαινε αρχικά «θορυβώδης» και είναι σύνθετο από τις λέξεις εν + κέλαδος (= θόρυβος). Σύμφωνα με τη μυθολογία, ήταν αρχηγός των μυθικών Γιγάντων, ο οποίος, επειδή ήταν φυλακισμένος κάτω από το ηφαίστειο Αίτνα της Σικελίας, προκαλούσε σεισμούς στην προσπάθειά του να αποδράσει.
εγκυκλοπαίδεια: πρόκειται για γλωσσικό αντιδάνειο, προέρχεται από τη γαλλική λέξη encyclopédie, που προήλθε από τη νεολατινική encyclopaedia. Αυτή προέρχεται από την ελληνιστική λέξη εγκυκλοπαιδεία, που προήλθε από τη φράση εγκύκλιος παιδεία (= γενική μόρφωση), όπου το επίθετο εγκύκλιος είναι σύνθετο από τις λέξεις εν + κύκλος.
ειμαρμένη: προέρχεται από την αρχαία φράση ειμαρμένη (μοίρα), η οποία σημαίνει «προκαθορισμένη (μοίρα)». Η λέξη ειμαρμένη αποτελεί το θηλυκό της μετοχής παρακειμένου του ρήματος μείρομαι (= συμμετέχω, μοιράζω).
εκατόμβη: πρόκειται για αρχαία λέξη, που σήμαινε αρχικά «θυσία εκατό βοδιών» ενώ έπειτα «μεγάλη απώλεια ζωών» και είναι σύνθετη από τις λέξεις εκατόν + ο βους, γενική του βοός (= βόδι).
εκεχειρία: πρόκειται για αρχαία λέξη, που προέρχεται από τη φράση έχειν χείρας (= δίνω τα χέρια, συμφιλιώνομαι), η οποία αποτελείται από το απαρέμφατο έχειν του ρήματος έχω (= συγκρατώ) και τη λέξη η χειρ, γενική της χειρός.
ελαστικός: πρόκειται για γλωσσικό αντιδάνειο, προέρχεται από τη γαλλική λέξη élastique, που προήλθε από τη νεολατινική elasticus, η οποία προέρχεται από το ελληνιστικό επίθετο ελαστός, παράγωγο του αρχαίου ρήματος ελαύνω (= ωθώ σε κίνηση, προχωρώ).
~ Από το ίδιο ρήμα παράγεται α) η ελληνιστική λέξη έλασμα, όπως και β) η νεοελληνική λέξη ελατήριο, που προέρχεται από το ουδέτερο ελατήριον του αρχαίου επιθέτου ελατήριος, παράγωγο του ρήματος ελαύνω.
ελιξήριο: πρόκειται για γλωσσικό αντιδάνειο, προέρχεται από τη γαλλική λέξη elixir, αυτή από τη μεσαιωνική λατινική elixir και αυτή από την αραβική al iksir, η οποία σημαίνει «ο λίθος της γνώσης». Η τελευταία προήλθε από την ελληνιστική λέξη τό ξηρίον, που σημαίνει «σκόνη επούλωσης τραύματος», παράγωγο του αρχαίου επιθέτου ξηρός.
ένστικτο: πρόκειται για γλωσσικό δάνειο, προέρχεται από ξένη λέξη (όπως αγγλικά και γαλλικά instinct), που προήλθε από τη μετοχή instinctus του λατινικού ρήματος instinguo (= κεντρίζω, θέτω σε παρόρμηση), σύνθετο από τις λέξεις in (= εν) + stinguo (= σβήνω).
εξάντας: πρόκειται για γλωσσικό δάνειο, προέρχεται από την αρχαία λέξη ο εξάς, αιτιατική εξάντα, αστρονομικό όργανο με βαθμολογημένο τόξο που καταλαμβάνει το ένα έκτο του κύκλου. Η λέξη αυτή προήλθε από τη λατινική sextans (= εκτημόριο), παράγωγο του αριθμητικού sex (= έξι).
εξοστρακισμός: πρόκειται για αρχαία λέξη, παράγωγο του ρήματος εξοστρακίζω, σύνθετο από τις λέξις εξ + οστρακίζω (= γράφω σε όστρακο το όνομα αυτού που θέλω να εξοριστεί), ρήμα παράγωγο της λέξης όστρακον, που εδώ σημαίνει «θραύσμα αγγείου».
ερμαφρόδιτος: προέρχεται από το ελληνιστικό όνομα Ερμαφρόδιτος, γιος του θεού Ερμή και της θεάς Αφροδίτης, ο οποίος είχε σώμα με χαρακτηριστικά και των δύο φύλων.
ερμητικός: πρόκειται για γλωσσικό αντιδάνειο, προέρχεται από ξένη λέξη (όπως αγγλικά hermetic, γαλλικά hermétique), που προήλθε από το μεσαιωνικό λατινικό επίθετο hermeticus. Αυτό παράγεται από το λατινικό όνομα Hermes, απόδοση του ελληνιστικού Ερμής (ο Τρισμέγιστος), ονομασία που δόθηκε από τους νεοπλατωνικούς φιλοσόφους στον αιγυπτιακό θεό Θωθ. Η ονομασία ερμητικός δόθηκε γενικά στα απόκρυφα έργα μαγείας, αστρολογίας και αλχημείας και ειδικά στην αλχημική τεχνική του τέλειου κλεισίματος ενός δοχείου με καπάκι, τεχνική που αποδίδονταν στον Ερμή τον Τρισμέγιστο.
εσπεριδοειδή, τα: πρόκειται για γλωσσικό αντιδάνειο από ξένη λέξη (όπως γαλλικά hespéridées), σύνθετη από τις αρχαίες λέξεις αι Εσπερίδες (νύμφες που φύλαγαν χρυσά μήλα στον μυθικό κήπο τους στη Δύση) + είδος. Η λέξη Εσπερίδες προέρχεται από τη φράση εσπέρα (χθων), που σημαίνει «δυτική (χώρα)», δηλαδή χώρα προς τη μεριά που έρχεται η βραδινή ώρα, επειδή το επίθετο εσπέρα είναι το θηλυκό του επιθέτου έσπερος (= βραδινός).
ευνούχος: πρόκειται για αρχαία λέξη, σύνθετη από τις λέξεις ευνή (= κρεβάτι) + έχω. Η λέξη αυτή δήλωνε αρχικά το φύλακα γυναικείων δωματίων, τον οποίο για το λόγο αυτό είχαν προηγουμένως καταστήσει ανίκανο και στείρο.